Новогреческий словарь
γραφειακός
γραφειακός
канцелярский
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
канцелярский
? —
γραφειακός
как с
(ново)греческого
переводится слово
γραφειακός
? — канцелярский
#
(ново)греческий словарь
—
συνισταμένη
—
γονυπετώς
—
μπήκα
—
αμπελιάτικα
—
γύψος
—
Ισλανδία
—
περπατησιά
—
επουλώνομαι
—
ανεξέρασμα
—
κοσμηματοπώλης
—
γερωσύνη
—
εξουδετερώνω
—
αναμεταξύ
—
χούγιασμα
—
γκρεμώ
—
δυσερμήνευτος
—
ανάγελο
—
ανθόσπαρτος
—
καταλληλότητα
—
βουλκανιζατεράς
—
Σόδομα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве