|
η сотня; καμμιύ ~ или μιά ~ — около сотни #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сотня? — εκατοστή как с (ново)греческого переводится слово εκατοστή? — сотня — τρικινητήριος — χαρακτηριστικά — παραπετώ — δικρανώδης — κατώφλιον — καπιταλιστής — τριακόσια — χρησμολογία — λεκιασμένος — εξηνταρίζω — χτυπιέμαι — φλάντζα — κρεμάζω — κόμψευμα — νοστιμεύω — καταβοσανίζω — επιπλάς — αφλογισιά — θησαυριστής — ελαττωματικός — κορδωμένος |
|||