Новогреческий словарь
επαναβλέπω
επαναβλέπω
(αόρ. επανείδον)
снова видеть
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
снова видеть
? —
επαναβλέπω
как с
(ново)греческого
переводится слово
επαναβλέπω
? — снова видеть
#
(ново)греческий словарь
—
ανατολικά
—
καλονυχτώνει
—
συνομολογώ
—
σολόδερμα
—
απαράγγελτα
—
ξέστρον
—
φτωχοποίηση
—
αντιμεταρρυθμίστρια
—
αμπροστερεύω
—
τεϊοπότις
—
σαυράκι
—
ζερνίκι
—
αποκυλιέμαι
—
χτυπητήρι
—
αναχορηγήτρια
—
κωμωδός
—
αναθυμίαμα
—
κλέος
—
πλούς
—
ιησουιτισμός
—
φλέγω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве