|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ραχατιλίκι? — — δυναμώνω — εμπτυσμός — γλυκόνεράντζι — διεκτραγωδώ — ευσταθής — πλευριτικός — δυσκολοχώνευτος — ανακάτωση — εξοργίζω — περιουσία — ξελάκκωμα — στολίδι — τερματίζω — γλέπω — εύοσμος — σκαρίφημα — ελπιδοφόρος — περισυλλέγω — οδήγημα — εμπειρισμός — αρράγιστος |
|||