Новогреческий словарь
επιτραχήλιον
επιτραχήλιον
το церк.
епитрахиль
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
епитрахиль
? —
επιτραχήλιον
как с
(ново)греческого
переводится слово
επιτραχήλιον
? — епитрахиль
#
(ново)греческий словарь
—
γνωριμία
—
σκαμπαβία
—
πλάστης
—
λαοκρισία
—
ραβάσι
—
χοντροσύνη
—
κακόφωνος
—
σύννοια
—
αμπάδικος
—
εχιδνισμός
—
στανικά
—
τριακονταετηρίδα
—
αποκάμνω
—
ματάρα
—
περιφραστικά
—
νύχτωμα
—
φεγγαροστολισμένος
—
απομέσα
—
αχρειολογία
—
αναβλητέος
—
αλητόπαις
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве