|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανεπαχθώς? — — γηρασμός — δαυλίτης — ασκάλευτος — αποτροπιάζομαι — ασπρούλης — μωρόπιστος — προβέντζα — επικηρύσσω — αναστυλώνω — ερυθρίοση — διασκεδάστρια — εκατονταπλάσιος — αποστέγαση — υπερώιος — ασυνήθιστος — ψυλλοφαγωμένος — εξυάλωσις — αριθμογράφος — κατανέμω — αλησμονώ — αρχινάω |
|||