|
доисторический #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово доисторический? — προϊστορικός как с (ново)греческого переводится слово προϊστορικός? — доисторический — δρυόξυλο — αντιψέγω — κυμβαλισμός — σακάτικος — νήδυμος — αντικαταλλαγή — ντραμιτζάνα — χρυσοβαφής — υποκρισία — διακουστική — αλατερό — εξιτήριος — ευτυχισμένο — καλαπόδι — περιοδικότητα — ξελογιάστρα — λιθοτόμος — ακμαίος — βολάν — καρροσερί — κοσμηματοθήκη |
|||