Новогреческий словарь
βηματάκι
βηματάκι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
βηματάκι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
Ρουμελιώτης
—
ελαφρομυαλιά
—
πόκος
—
βασιλόπαις
—
υπερύψηλος
—
συγκρατιέμαι
—
επιδέξιο
—
προωθητικός
—
γλυκαναβρύζω
—
συγκατηγορούμενος
—
έκπτωση
—
πλακοστρωμένος
—
φρυγανίζω
—
αλίχνιστα
—
επανέλεγχος
—
λίμα
—
αλλότριος
—
εγγειοβελτιωτικός
—
αργολογώ
—
ψευτοδουλειά
—
καψουρεύομαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве