Новогреческий словарь
αλκαλοειδές
αλκαλοειδές
το хим.
алкалоид
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
алкалоид
? —
αλκαλοειδές
как с
(ново)греческого
переводится слово
αλκαλοειδές
? — алкалоид
#
(ново)греческий словарь
—
αργυρόβουλο
—
λανθάνω
—
διαφέρομαι
—
ακεραιότητα
—
αποστραγγίδι
—
μακρομικρόμετρο
—
σοφίτα
—
νηστευτής
—
ιστοχώρος
—
υδροχρωματισμός
—
γλυκίζω
—
χτήμα
—
υιοθεσία
—
κυβερνητικός
—
φίλυπνος
—
αρχιεπιστολεύς
—
βλάσφημος
—
γλυτώνω
—
ωροσκόπος
—
συνεργαζόμενος
—
βαθύσκιος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве