|
взаимодействовать #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово взаимодействовать? — συντονίζομαι как с (ново)греческого переводится слово συντονίζομαι? — взаимодействовать — δεκάτευση — συρματοποιώ — άγονος — χάιδι — δευτερότοκος — κοντοπίθαρος — κώλο — πυραμίδα — διαμαρτυρόμενος — γουργούρισμα — μιμήτρια — γογγολογώ — εποίκηση — νεραϊδόξυλο — εκπόρθηση — κεραύνιος — ακρογιαλιά — ανεφοδιάζω — φερετροποιείο — τριχόρροια — ξεφτίλας |
|||