|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πλατυτέρα? — — βιράρω — αρχιεπισκοπείο — λαψάνα — αποκαρδιωμένος — φραχτικά — γίνομαι — κατάπληχτος — νοθεύω — φύομαι — μοντέρνος — ξερριζώνομαι — αυγαριά — εισόρμηση — εμβολιασμός — χρυσοστολίζω — αμπελοχώραφα — θερμοχημεία — διαλυτικός — σιγκούνι — ανεικονικός — οξύθυμος |
|||