Новогреческий словарь
κοιλαρά
κοιλαρά
η
брюхо, пузо
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
брюхо
? —
κοιλαρά
как на
(ново)греческом
будет слово
пузо
? —
κοιλαρά
как с
(ново)греческого
переводится слово
κοιλαρά
? — брюхо, пузо
#
(ново)греческий словарь
—
γλωσσογονία
—
ύφεση
—
ανάλεστος
—
ακαβάλληγος
—
φαγανός
—
ένσαρκος
—
αλεξικέραονο
—
αμπατζής
—
κατραμού
—
επιτατικός
—
γαλακτισμός
—
διηγηματογράφος
—
κατιόν
—
κωλοβαράω
—
δωρολήπτης
—
οκτάχρονος
—
νυχτοκοπώ
—
κοπιάζω
—
αργυροκόσμητος
—
χτυποβροντάω
—
κανναβέλαιο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве