|
το сшивание, зашивание #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сшивание? — διάρραμμα как на (ново)греческом будет слово зашивание? — διάρραμμα как с (ново)греческого переводится слово διάρραμμα? — сшивание, зашивание — δεψείο — προστυχούλα — καταδρομείς — αναφλογισμένος — ευλογιοκομείον — ματαιόδοξος — εξασθενής — διαμαντοκάμωτος — καλαμποκόσουπα — καλοξετάζω — ξεγυμνώνω — αντιζυγία — ελευθερώσιμος — ανακόλληση — πρωθυπουργικός — ανθοκηπουρική — συνέργεια — επίκαμψη — μονοκέρατος — δερματογόνος — αιμορροΐδες |
|||