Новогреческий словарь
ανίκητος
ανίκητ|ος
1)
непобеждённый
;
2)
непобедимый
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
непобеждённый
? —
ανίκητος
как на
(ново)греческом
будет слово
непобедимый
? —
ανίκητος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανίκητος
? — непобеждённый, непобедимый
#
(ново)греческий словарь
—
τυλιγάδιασμα
—
ατμοηλεκτρικός
—
αρχιχρονιάτικος
—
φέστα
—
αντιμίλημα
—
απαργυρώνω
—
λάντσα
—
ξορκίζω
—
πουριτανός
—
αεραιμία
—
κομπογιαννίτικος
—
δωδεκαδάκτυλος
—
εντούτοις
—
αεράτος
—
γραττίζω
—
ικανοποίηση
—
κ
—
αντιμοναρχικός
—
πλεγμάτι
—
διάλειμμα
—
γαλακτοφαγία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве