Новогреческий словарь
επιστρατεύομαι
επιστρατεύομαι
мобилизоваться
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
мобилизоваться
? —
επιστρατεύομαι
как с
(ново)греческого
переводится слово
επιστρατεύομαι
? — мобилизоваться
#
(ново)греческий словарь
—
τρυφερίτσα
—
πυρολάτρης
—
φουτουρίστρια
—
ξερόφυλλο
—
φίλμ
—
πικρίλα
—
μουσσών
—
μαργαριταρόρριζα
—
ξανασαίνω
—
ξαγρυπνώ
—
πρωτοστατώ
—
αλογήσιος
—
αραγός
—
φλάσκα
—
διατύπωση
—
αρμενοβέλονο
—
μπροστινά
—
ανακατεμένος
—
γλισχρεύομαι
—
μάθημα
—
οστριαγάρμπης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве