|
прославляться #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово прославляться? — δοξάζομαι как с (ново)греческого переводится слово δοξάζομαι? — прославляться — εθελοτυφλώ — γυφτιά — χωρομετρώ — ύδραρθρος — τραινάρω — τριτόκλιτος — σφύρα — τσάμικος — συνωμοσιολογία — σκατίλα — αφορτος — ενεστώτας — καρδιολόγος — περιουσιακός — μπάκας — προστατεύομαι — μέλπω — θυμωτσιάρης — τουρκόσπερμα — συνεργός — κοχλιός |
|||