|
το наждак #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово наждак? — σμυρίγλι как с (ново)греческого переводится слово σμυρίγλι? — наждак — χοχλακιάζω — κηπευτικός — ασύνδετος — πολυφωνία — προγυμνάστρια — καρμίρης — αψινθώνω — χουζουρεύω — αστικοδημοκρατικός — καμινάδα — σκυλάκι — στείρα — πλεονεχτώ — εκστρατεύω — ζερβοκουτάλας — οστεοπόρωση — συμπράττω — στραγγαλίζω — αχλαδέα — αδιασάφητος — ενσφηνωτικός |
|||