|
ο аскетизм #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово аскетизм? — ασκητισμός как с (ново)греческого переводится слово ασκητισμός? — аскетизм — χιονόλευκος — σαλπιστής — βιογραφνκός — συνήθως — αυτοκαλούμαι — αντίκλητος — απατίκωτος — ήττων — ελικοπτεροφόρο — επιφράσσω — νταμωτός — σταράτα — γυμνόσπερμος — ερανίστρια — ανοσταίνω — υποτονία — αναργυρία — χαρουπιά — μοναχοπαίδι — σπέρματοδόχος — κρητικιός |
|||