Новогреческий словарь
καρναβαλίστικα
καρναβαλίστικα
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
καρναβαλίστικα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
βαθύπλουτος
—
απόστολος
—
γειτόνεμα
—
ξέζωστος
—
Αποσπερίτης
—
κρεατής
—
ηθογραφία
—
κουβάλημα
—
ρήτορας
—
αναστέλλω
—
υποδηματοκαθαριστήριο
—
αγωνιώ
—
ταχίνι
—
δεσποτικόν
—
ομοιόβαθμος
—
αδικαιολόγητος
—
δικηγόρος
—
εξαγόμενο
—
ασφαλίσιμος
—
σχετικώς
—
αντιγνωμία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве