Новогреческий словарь
αντιπολιτευόμενος
αντιπολιτευόμεν|ος
ο
оппозиционер
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
оппозиционер
? —
αντιπολιτευόμενος
как с
(ново)греческого
переводится слово
αντιπολιτευόμενος
? — оппозиционер
#
(ново)греческий словарь
—
πρόσφατα
—
πεντάχρονος
—
ρητίνη
—
εναγωνίως
—
ανδροπληθής
—
διανοούμενη
—
καρδιοπνευμονικός
—
έποψις
—
διεθνιστής
—
φυγοκεντρικός
—
πασπάτευμα
—
ξεχαρβαλώνω
—
πόλκα
—
ανίδρυση
—
ναυπηγοεπισκευαστικός
—
βρετό
—
τουνέλι
—
φλομπέρ
—
οικοκυρικός
—
αγκών
—
σπάραγμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве