Новогреческий словарь
πρωτοδιοριζόμενος
πρωτοδιοριζόμενος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
πρωτοδιοριζόμενος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ολιγόχρονος
—
ευφραδής
—
τσιγαράς
—
ραφινάρω
—
ποδοκροτώ
—
σκλάβα
—
γεναριάτικος
—
θαμβώνω
—
αρχιχρονιάτικος
—
ανθοπαραγωγή
—
πρόωσις
—
χειμερινός
—
διαλυστήρα
—
οειδίζω
—
σείσις
—
πρόποδες
—
μυδόσουπα
—
αμετρολόγος
—
πειστήριος
—
φωτερός
—
κηπευτικό
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве