Новогреческий словарь
ανίδρωτα
ανίδρωτα
легко, без труда
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
легко
? —
ανίδρωτα
как на
(ново)греческом
будет слово
без труда
? —
ανίδρωτα
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανίδρωτα
? — легко, без труда
#
(ново)греческий словарь
—
σακκουλές
—
οπλομαχώ
—
αμαξοπηγός
—
δυναμίτιδα
—
ανέμισμα
—
δουλοπρεπής
—
ακόπριστος
—
νομισματοκοπείο
—
αδέσμευτος
—
αναίμακτα
—
απανώβαλτος
—
μπαγαπόντισσα
—
καβούρι
—
γεννητορικός
—
πλειστηριασμός
—
αμόνι
—
υποστυλωτικός
—
ατσαλωμένος
—
ποταμοφυής
—
σκαντζόχοιρος
—
αφλεχτος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве