Новогреческий словарь
βαπίτη
βαπίτη
η зоол.
вапити
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
вапити
? —
βαπίτη
как с
(ново)греческого
переводится слово
βαπίτη
? — вапити
#
(ново)греческий словарь
—
βάγια
—
εμπαιγμός
—
πανελληνίως
—
πολιτογράφηση
—
φθόνος
—
Λονδρέζος
—
δημοκρατίζω
—
γλυκόλογος
—
κροτωνέλαιον
—
πελάτης
—
ξεφούσκωτος
—
αντικομμουνίστρια
—
αλλαξοφεγγαριά
—
κακοπάθεια
—
κοπαδιαστά
—
όμφαξ
—
χρονολογία
—
κράνειον
—
απεργοσπάσττρια
—
σπασίκλας
—
βιρανές
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве