Новогреческий словарь
γιόμιση
γιόμιση
η :
η ~ τού φεγγαριού — полнолуние
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
γιόμιση
? —
#
(ново)греческий словарь
—
συνοπτικότητα
—
αντικοινωνικός
—
γυψοκονία
—
ειλεός
—
ομογλωσσία
—
ταφή
—
φαινομενικότητα
—
κατεψυγμένος
—
στρατολογικός
—
απέμφραξις
—
κηρύχνω
—
διάνοιγμα
—
κρούσμα
—
εφημεριδογράφος
—
καταντροπιάζω
—
ξεγύμνωτος
—
αλαφρόμυαλος
—
διάγγι
—
ακμαίος
—
παραχωρητικός
—
ξαγοράρης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве