Новогреческий словарь
συνταξιοδοτικός
συνταξιοδοτικός
пенсионный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
συνταξιοδοτικός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
βρεγμένος
—
ξωκκλήσι
—
απάντεχος
—
επιγίγνομοι
—
μωαμεθανισμός
—
δεντρουλλάκι
—
κλιμακτήρ
—
ξυστό
—
δρεπανιά
—
συμπτύσσομαι
—
τσελίκα
—
κατασυγχύζω
—
λησμοσύνη
—
ψευτοσπουδαίος
—
εκβλάστημο
—
συμπαρομαρτούντα
—
φρουραρχείο
—
παπαγαλίζω
—
αυτοδίδαχτος
—
γρηγορόσημο
—
αναστήνω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве