|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βαθμολογικά? — — γελαστά — κωδωνοκρούστης — καρβουνιασμένος — σημαντικότητα — πενταπλασιασμός — κατακεκλιμένος — σπεσιαλιτέ — σιάζω — λιγεύω — αβούλητος — ξανοσταίνω — εξά — εμβρυοπλαστία — εξοδιάζω — καταπληγώνω — επιλόχιος — ερετικόν — ξεμολογιούμαι — μυγιαστήρι — μόλις — κληρικοκρατία |
|||