|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αεροδρομιακός? — — αλεπόγουνα — γουρουνίζω — πέλαγος — αποδιπλώνω — καλοκοιμάμαι — σταχολογώ — αγκυροβόλιο — αναλαμπή — ντόμινο — διαφέρον — αναβαφτίζω — δακτυλήθρα — συμμοριτισμός — περιεκτικότητα — νηστικάτα — διακονικός — εμφατικός — πολυίατρείο — ασυμφώνητος — παρομοιώνω — συμπαθής |
|||