|
ο влюбчивый человек #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово влюбчивый человек? — σεβνταλής как с (ново)греческого переводится слово σεβνταλής? — влюбчивый человек — αγγελοπετριά — αποχωμάτωση — πρεβάζι — αναριθμώ — γιδόστρατα — πλάτυσμα — περιχύνω — δενδρούλι — γαϊδουρόγαλα — κατάστρωση — καθολικότητα — χημεία — χαλκονόμισμα — συνάφεια — ανεξάλειπτος — φαγωμένος — πανέτοιμος — υλοτομικός — διαλογιστικότης — χάρτα — καρντάσης |
|||