Новогреческий словарь
ανομοιογενώς
ανομοιογενώς
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανομοιογενώς
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ακριβοθρέφω
—
ωτοσκοπία
—
διηλώνω
—
αλάξευτος
—
αγροικώ
—
δικαιοδότης
—
Αρναούτης
—
πλευροκόπηση
—
αναχαράζω
—
πρωταρχίζω
—
θεμελιακός
—
ανάδρομα
—
κουκούλλι
—
μεταξοϋφαντουργία
—
βόθριον
—
χωροθέτηση
—
ανασκούμπωμα
—
αποσάπουνο
—
βοσκοπούλα
—
αλατοπώλης
—
πύξος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве