Новогреческий словарь
κοσμολογικός
κοσμολογικός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
κοσμολογικός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ενεχυροδανειστικός
—
συναρμολόγηση
—
σεληνοκεντρικός
—
σεβαστικός
—
σύνδεση
—
παραμιλητό
—
χεσμένος
—
ποταπότητα
—
μάγγανο
—
αφουγκραστής
—
αναμαρμαρώνω
—
εγωϊσμός
—
στέλνω
—
μαϊνάρω
—
λαουτιέρης
—
εγγυητής
—
αντιπυρετικός
—
μπακιριό
—
ανάστερος
—
δασάρχης
—
πετράς
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве