|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κοιμήσικα? — — αρχειοθήκη — στρεψοδικία — εκχυδάϊση — λιβοζέφυρος — πολυανδρια — μειώνω — χιονάκι — φακιδιάρης — μπακίρα — Άτλας — λοιπός — κολύμπι — ελαιεμπόριον — γεώδης — δαντέλλα — χτίσιμο — αλυσίδετος — ανασφάλεια — αγγελοκρουσμένος — τουλίπη — ψαρολογώ |
|||