Новогреческий словарь
ακρογιαλίτικος
ακρογιαλίτικ|ος
прибрежный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
прибрежный
? —
ακρογιαλίτικος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ακρογιαλίτικος
? — прибрежный
#
(ново)греческий словарь
—
γωνιωτός
—
διαπέρασμα
—
ευγενικά
—
αμυσταγώγητος
—
άστυφος
—
ατιθάσσευτος
—
ερείπιο
—
κοντολογία
—
αποκοιμιστικά
—
απανωσάμαρα
—
σώτρο
—
κοπτήριο
—
πλάγι
—
αργύρωμα
—
ενστικτώδης
—
εξερευνημένος
—
δυσβασία
—
θόλωση
—
ευτού
—
βασιβουζουκισμός
—
δροσούλα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве