Новогреческий словарь
γρύφονας
γρύφονας
(γεν. γρυπός) ο миф.
грифон
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
грифон
? —
γρύφονας
как с
(ново)греческого
переводится слово
γρύφονας
? — грифон
#
(ново)греческий словарь
—
ζαπιές
—
περιφλέγω
—
αυτοκρατόρισσα
—
ξέστερος
—
εμμελής
—
κλοτσιά
—
ηθικολογώ
—
γαζέλλα
—
αδρασκελώνω
—
εντειχισμός
—
αχρήματος
—
σαμπάνιο
—
άψηστος
—
επακολούθημα
—
ξυλομετρική
—
φαιάνθρακας
—
γέφυρα
—
ξερονήσι
—
πραγματιστής
—
εχθροπάθεια
—
ανάδευμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве