Новогреческий словарь
αψηφοφόρητος
αψηφοφόρητ|ος
непроголосовавший
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
непроголосовавший
? —
αψηφοφόρητος
как с
(ново)греческого
переводится слово
αψηφοφόρητος
? — непроголосовавший
#
(ново)греческий словарь
—
χωματώ
—
πυρόλιθος
—
ακοή
—
μικροσεισμοί
—
σπουδασμένος
—
γαιόχωση
—
εικονομαχικός
—
τράβαλα
—
αποσαρκώνομαι
—
στόχαση
—
βυρσοδεψείον
—
κουβαρνταλίκι
—
σαπουνάδα
—
Γενάρης
—
εκτρίβω
—
καρδιοτομία
—
χειροτέχνιδα
—
πολεοδομικός
—
στοματάκι
—
μυζητήρας
—
νεανικότητα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве