Новогреческий словарь
μοτοσακό
μοτοσακό
το
мопед
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
мопед
? —
μοτοσακό
как с
(ново)греческого
переводится слово
μοτοσακό
? — мопед
#
(ново)греческий словарь
—
νεογενής
—
χρύσωμα
—
ρευματικός
—
ξεσπάζω
—
αμφίκοπος
—
ικρίωμα
—
ματωμένος
—
παλαιοημερολογίτης
—
αρχικομματάρχης
—
γκάγκραινα
—
ομογάλακτος
—
λαχανίδο
—
περιποιέμαι
—
αδίσταχτος
—
αχινός
—
αιμοπετάλιο
—
ανεστιότης
—
μοσκοβολιά
—
αθροιστικός
—
ξεχνιούμαι
—
λιοκούκουδο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве