|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ελαιοπολτός? — — τσιμπολογώ — ψαμμοθεραπεία — πετροκάραβο — φιλοπεριέργεια — φλασκί — συγκαμένος — μάλαξη — ακατάσχετο — απέθανα — νέθω — υδραυλική — ανακρωτηρίαστος — λεβεντονιός — θρασυδειλία — αμπελουργικά — ανένδοτος — παστορέλλα — ακουρμαίνομαι — άπλενα — χώμα — διερμηνεύω |
|||