Новогреческий словарь
υγροποιήσιμος
υγροποιήσιμ|ος
поддающийся сжижению
(о газах)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
поддающийся сжижению
? —
υγροποιήσιμος
как с
(ново)греческого
переводится слово
υγροποιήσιμος
? — поддающийся сжижению
#
(ново)греческий словарь
—
φυλετικός
—
δεκοεννεαετής
—
ασύμμαστος
—
σταθμαρχείο
—
δίποδο
—
τειχίο
—
άμποτες
—
χρησιδεσποτεία
—
χοδαϊστής
—
φωνάζω
—
δασυνόμενος
—
νουθεσία
—
χρησιμότητα
—
ξερόκαμπος
—
ανισοπέδωτος
—
περισώζω
—
ύπουλος
—
απόκτημα
—
ποντιάς
—
σκουληκιάζω
—
φανερωμένος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве