|
η (чаще мн.ч.) кастаньета #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кастаньета? — καστανιέτα как с (ново)греческого переводится слово καστανιέτα? — кастаньета — φυρονεριά — απρόσοδος — σκερτσόζος — σαυράκι — τοξικολόγος — περισσός — αναδιψία — κακομοίρης — ακτινωτός — μουσταρδόσουπα — χλωροφορμιστής — φρικασσέ — ξερριζώνω — γένος — αντίρροια — μοσχοπληρώνω — ραδιοηλεκτρισμός — μελόδραμα — αμεταφόρτωτος — περισπωμένη — όγκος |
|||