Новогреческий словарь
τσαλαπατώ
τσαλαπατώ
, -αω
топтать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
топтать
? —
τσαλαπατώ
как с
(ново)греческого
переводится слово
τσαλαπατώ
? — топтать
#
(ново)греческий словарь
—
εγκρατής
—
διαιτολόγος
—
σκαλμός
—
ακολουθία
—
γέρατειά
—
σωματομετρία
—
στέγαστρο
—
δυναστευτικός
—
αρνησιθεία
—
μυρωδιά
—
στουπένιος
—
επάνοδος
—
μαγαζάτορας
—
υποδηματοπώλης
—
εμφιλοχωρώ
—
επιθεωρώ
—
αυτοενέργεια
—
ίαμβος
—
ιερακοτροφία
—
οκτάγωνος
—
φιλο-
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве