|
η вышивание #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово вышивание? — ποικιλτική как с (ново)греческого переводится слово ποικιλτική? — вышивание — καταβλητικός — μεταλλαγή — τρίς — ανειρήνευτος — μοσχοβολώ — μεταρρυθμίστρια — αστροφώτιστος — μονόπρακτος — εμβαίνω — σιωπηλότητα — ευπειθώς — φαροδείκτης — αστοχάω — αχαραχτήριστος — γορίλλας — γλύμμα — λαχταράω — απέρναγος — βρυσομάννα — πελεκάς — ξηλώνω |
|||