|
похожий на орех #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово похожий на орех? — καρυοειδής как с (ново)греческого переводится слово καρυοειδής? — похожий на орех — μεταξοϋφαντουργός+ — ισχυροποιούμαι — κάλως — παρθένα — ρεβιθιά — πόθεν — λευκοπελαργός — συνωμοσιολογικός — χρωματογόνος — ξεσαβουρώνω — καρφώνω — εξηκοντάς — εκναυλώτρια — φυγόδικος — κατοικοδημότις — παρορμίζω — παρορμώ — σπιθοβόλημα — παραμορφωτικός — γλωσσοκομπιάζω — κοιλαράς |
|||