|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αρχετυπικός? — — θηλύκωμα — μπάμια — διεσπάρην — αμια — οξύμωρος — γοτθικός — φούρνος — ανταγωνισμός — ψευδής — τριπλός — κοινοβιότητα — κωλύω — ηλεκτροακτινολογία — εκλέπτυνση — ανεκρίζωτος — εναντιοδρομώ — προσθετός — χιλιόμετρο — βενετσιάνικος — αλεξίβροχο — εξυφαίνω |
|||