|
η прожектёрство #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово прожектёрство? — σχεδιομανία как с (ново)греческого переводится слово σχεδιομανία? — прожектёрство — κούκκος — γυρωτικός — εκατονταπλασιάζω — αντλητήρας — ηλεκτρομαγνητισμός — ανεδαφικότητα — κβάντουμ — αφιλάδελφος — εξωτερικό — τσάγαλο — μιαρός — δράμα — γιώτα — μεταλλογραφία — κρανένιος — εγχυτήρας — αλβινισμός — γνωμικό — στροβιλίζομαι — κρατερός — δεξιοτεχνία |
|||