Новогреческий словарь
φανειά
φανειά
η (по)
явление
;
εφάνηκε η ~ του — [phrase]он появился, показался[/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
явление
? —
φανειά
как с
(ново)греческого
переводится слово
φανειά
? — явление
#
(ново)греческий словарь
—
βαθομετρικός
—
ελειογενής
—
εξαχρειώνω
—
βαθύχρωμος
—
κάπου
—
αργοψένω
—
ενενηκοντάκις
—
σαπφισμός
—
λησμονούμαι
—
αμοιασιά
—
εποστρακίζομαι
—
ανδρωνύμιο
—
ελέφας
—
πυρήνας
—
κατηγορηματικά
—
δρεπανιά
—
εκτροπή
—
αργύριον
—
αντροχωρίστρα
—
φάλτσο
—
ζωοτρόφος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве