|
το аршин #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово аршин? — αρσίν как с (ново)греческого переводится слово αρσίν? — аршин — εικονομαχία — προσαμμώνω — χοντρέλλος — τσαμπουκαλού — διατυμπάνιση — απόχωση — εύσχημα — σβεστός — ζεμάτισμα — γινάτι — γραμμίστρια — εκκόπτω — κούτσαβος — ενυδρίδα — μαθές — πριγκιπικός — μικρόσωμος — μεσοκαιρίτισσα — οπλοφορία — σκευαγωγός — αντιληπτός |
|||