Новогреческий словарь
γωνιογνώμων
γωνιογνώμων
(-όνος) ο
угломер
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
угломер
? —
γωνιογνώμων
как с
(ново)греческого
переводится слово
γωνιογνώμων
? — угломер
#
(ново)греческий словарь
—
ασαστος
—
χείλωμα
—
αστράβωτος
—
κληρώνομαι
—
χειροθεσία
—
φουρνάρικο
—
ταπητουργία
—
χεροβολιά
—
φεγγαρήσιος
—
υπομιμνήσκω
—
ραμολί
—
πνευμονογράφημα
—
βιοηλεκτρισμός
—
αμόχθητος
—
νομιμοφροσύνη
—
βοΐζω
—
συσκοτίζω
—
φυσικώς
—
αντιστέκω
—
μεταξοϋφαντουργία
—
αγόρευση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве