|
ο интервент #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово интервент? — επεμβασίας как с (ново)греческого переводится слово επεμβασίας? — интервент — άκοπα — αποχείμωνο — επτάτοξος — γαιανθρακοφύραμα — επτάεδρον — σπιτάλιο — τριγύρισμα — γκιούλι — κατασυκοφάντηση — οίκηση — έμψυχος — λαοφθόρος — βαριοκοιμούμαι — αξιολάτρευτος — χαλκελασματουργείο — τραχειοβρογχικός — διακινώ — προτού — κτιστικά — αγγελοκόβω — λουκουματζής |
|||