Новогреческий словарь
δίπτυχο
δίπτυχο
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
δίπτυχο
? —
#
(ново)греческий словарь
—
μπουρλότο
—
στρέω
—
βυσσινί
—
ευδιάζω
—
φάση
—
μουσειακός
—
ευσυγκίνητος
—
ανάκτηση
—
ποικιλόπτερος
—
ολήμερα
—
όργητα
—
επιβατηγός
—
καπίκι
—
εκκλησίδιο
—
αγοράζομαι
—
απεσταλμένος
—
απανωβάνω
—
κιθαριστής
—
πρωτοπορεία
—
αυτοταπείνωση
—
πυξαριά
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве