Новогреческий словарь
παριτέ
παριτέ
η фин.
паритет
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
паритет
? —
παριτέ
как с
(ново)греческого
переводится слово
παριτέ
? — паритет
#
(ново)греческий словарь
—
οδοιπορικός
—
ζουγκρανίζω
—
χρεώλυτρον
—
αντικληρικός
—
απειροπλάσιος
—
δεκατιστής
—
αντιπαραγγελία
—
κανόνι
—
στωϊκεύομαι
—
καταχρηστικώς
—
χρόσακτις
—
ταπετσάρισμα
—
συντροφικάτα
—
απάλαφρος
—
ξεσκουντάω
—
γαργαλάω
—
ετερόχρωμος
—
αρδεύσιμος
—
αμφιετηρίς
—
Αρβανίτισσα
—
ξεμύγιασμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве