|
ты #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ты? — εσύ как с (ново)греческого переводится слово εσύ? — ты — εξηκονταετηρίς — μεγάλυνση — φεγγοβολή — χάρβαλο — σκιόφιλος — βεβηλώνω — νεσεσσαίρ — μονοκέρατος — εμπλουτίζω — ξαστοχώ — προσθαφαιρώ — θενά — ψωριασικός — διλούβιος — αλεπότρυπα — χαίρομαι — εχτρεύομαι — σιντέφι — περιπαιχτικά — δασμολόγία — καπελλού |
|||